- Sphärokobaltit
- Sphä|ro|ko|bal|tit[auch ...'tit] der; -s, -e<zu ↑sphäro...>außen samtschwarz verwittertes, innen pfirsichblütenrotes Mineral.
Das große Fremdwörterbuch. 2013.
Das große Fremdwörterbuch. 2013.
σφαιροκοβαλτίτης — ο, Ν (ορυκτ.) ορυκτό ανθρακικό κοβάλτιο το οποίο κρυσταλλώνεται κατά το τριγωνικό σύστημα και απαντά σε μικρά συσσωματώματα με ακτινωτή διάταξη. [ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο συνθ., πρβλ. γερμ. Spharokobaltit < σφαίρα + Kobaltit (βλ. λ. κοβάλτιο)] … Dictionary of Greek
sphaerocobaltite — |sfi(ˌ)rō, fe( + noun Etymology: German sphärokobaltit, from sphär sphaer + kobaltit cobaltite : cobaltocalcite * * * sphaerocōˈbaltite noun Cobalt carbonate, occurring in rounded masses • • • Main Entry: ↑sphaeridium … Useful english dictionary